Υπάρχουν κάποιες εξετάσεις που θα πρέπει να πραγματοποιηθούν στο αίμα του παιδιού προκειμένου να διασφαλιστεί η σωστή φύλαξη και η μελλοντική χρήση των βλαστικών κυττάρων;
Υπάρχουν κάποιες εξετάσεις που θα πρέπει να πραγματοποιηθούν στο αίμα του παιδιού προκειμένου να διασφαλιστεί η σωστή φύλαξη και η μελλοντική χρήση των βλαστικών κυττάρων;
Για να μπορούν τα βλαστικά κύτταρα που θα φυλαχτούν να έχουν μελλοντική χρήση, βάσει των διεθνώς καθορισμένων προδιαγραφών, είναι απαραίτητο να πραγματοποιείται στο αίμα του ομφαλίου λώρου έλεγχος για συγκεκριμένες ιογενείς λοιμώξεις και έλεγχος για την παρουσία βακτηριδίων. Ο ιολογικός έλεγχος αφορά εξετάσεις για την ανίχνευση ιών και είναι:
- Ανίχνευση του ιού της ηπατίτιδας Β
- Ανίχνευση του ιού της ηπατίτιδας C
- Ανίχνευση του ιού του AIDS (HIV 1, HIV 2) IV
- Εξέταση για σύφιλη
- Εξέταση για τον ιό CMV
- Εξέταση για τον ιό HTLV
Οι εξετάσεις αυτές πραγματοποιούνται στο αίμα του ομφαλίου λώρου του παιδιού και στο αίμα της μητέρας, για περισσότερη ασφάλεια. Για το λόγο αυτό στο κιτ συλλογής του αίματος υπάρχει και φιαλίδιο αιμοληψίας για τη μητέρα. Κατά τον τοκετό λαμβάνεται και αιμοληψία από τη μητέρα, η οποία έρχεται μαζί με το κιτ στο εργαστήριο. Η ασφαλέστερη μέθοδος για την άμεση ανίχνευση της ύπαρξης των ιών είναι η PCR, σε πραγματικό χρόνο, στο αίμα του ομφαλίου λώρου και της μητέρας, η οποία ανιχνεύει την κυκλοφορία του ιδίου του ιού άμεσα μετά τη μόλυνση. Διαφέρει από τις ανοσολογικές εξετάσεις οι οποίες πραγματοποιούνται στο αίμα της μητέρας κατά το πρώτο τρίμηνο και οι οποίες μόνο έμμεσα ανιχνεύουν την παρουσία του ιού στο αίμα της. Με τις ανοσολογικές εξετάσεις ανιχνεύονται στο αίμα της μητέρας αντισώματα έναντι του ιού, τα οποία, παράγονται ανάλογα και με τον ιό αρκετό χρονικό διάστημα μετά την αρχική μόλυνση. Αυτό σημαίνει ότι ενώ η μητέρα έχει μολυνθεί και ο ιός πιθανόν έχει περάσει στο έμβρυο, η μέθοδος αυτή δεν έχει τη δυνατότητα να τον ανιχνεύσει έγκαιρα και έτσι έχουμε ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα, ενώ ο ιός είναι παρών στο αίμα της. Οι ανοσολογικές εξετάσεις στο αίμα της μητέρας για να έχουν αξία πρέπει να επαναλαμβάνονται στους έξι μήνες μετά τον τοκετό. Στην περίπτωση που στο εξάμηνο βρεθούν θετικές για έναν ιό είναι αδύνατον να ελεγχθούν τα βλαστοκύτταρα εάν έχουν μολυνθεί ή όχι. Οι ανοσολογικές εξετάσεις που πραγματοποιούνται στο αίμα του παιδιού κατά τη γέννηση ανιχνεύουν μόνο τα αντισώματα που από την μητέρα πέρασαν προς το παιδί και όχι τους ιούς. Η εξέταση του αίματος της μητέρας και του παιδιού δίνουν διπλή ασφάλεια στην ανίχνευση μολύνσεων από ιούς.
Η τεχνολογία PCR προσφέρει άμεση ανίχνευση ιών στο αίμα του παιδιού και απαλλάσσει τη μητέρα από επαναλαμβανόμενες εξετάσεις στον εαυτό της, οι οποίες είναι έμμεσες και ενδεικτικές αυξημένης πιθανότητας ύπαρξης και όχι της ύπαρξης ιών στο παιδί. Η μέθοδος αυτή αποκτά ιδιαίτερη αξία και είναι άκρως απαραίτητη για μητέρες φορείς ιών, οι οποίες άμεσα πληροφορούνται εάν ο ιός έχει περάσει στο νεογνό ή όχι και ανάλογα ρυθμίζεται η θεραπεία τους.
Στην Biohellenika χρησιμοποιούμε την Real Time PCR η οποία ανιχνεύει σωματίδια του ιού (γενετικό υλικό και όχι αντισώματα) και απαντάει άμεσα στο ερώτημα εάν το δείγμα των βλαστοκυττάρων που επεξεργάστηκε είναι κατάλληλο για φύλαξη. Με την μέθοδο αυτή δεν χρειάζεται η μητέρα να υποβληθεί στις ίδιες εξετάσεις μετά από έξι μήνες, οι οποίες έχουν κόστος και επί πλέον τα βλαστοκύτταρα για το διάστημα αυτό παραμένουν σε εκκρεμότητα, δεδομένου οτι δεν έχει ολοκληρωθεί ο ποιοτικός έλεγχος, παρ όλο που οι γονείς έχουν πληρώσει τη διαδικασία στο σύνολο της.
Για λόγους μεγαλύτερης ασφάλειας χρησιμοποιούμε ταυτόχρονα και τη μέθοδο ανίχνευσης αντισωμάτων ΕLISA.
Οι μικροβιολογικοί έλεγχοι πραγματοποιούνται για την ανίχνευση αεροβίων και αναεροβίων μικροβίων καθώς και μυκήτων με πιστοποιημένα όργανα, τα οποία έχουν την ευαισθησία της ανίχνευσης ακόμη και μιας αποικίας. Για την περίπτωση που ένα δείγμα έρθει στο εργαστήριο μολυσμένο, η Biohellenika διαθέτει ειδικό εξοπλισμό με τον οποίο αναγνωρίζει το μικρόβιο, εξετάζει την παθογόνο δράση του και δίνει το κατάλληλο αντιβιοτικό. Συνήθως τα μικρόβια που ανιχνεύονται δεν είναι ισχυρά παθογόνα και άδικα το δείγμα θα απορρίπτονταν, ειδικά για εκείνες τις περιπτώσεις που στο μέλλον θα προέκυπτε ανάγκη χρήσης του.
Επίσης πραγματοποιείται έλεγχος για σύφιλη με ο τεστ RPR carbon test στη μητέρα