βλαστοκύτταρα biohellenika

Επιλέξτε τη γλώσσα σας

6944677746
Biohellenika - Νέα 2016

ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΥΧΑΙΜΙΑΣ

ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΥΧΑΙΜΙΑΣ

 

Η λευχαιμία είναι μια κακοήθης ασθένεια του αίματος, η οποία αρχίζει από τον μυελό των οστών  και κλασικά θεραπεύεται με αντικατάσταση του από άλλον υγιή μυελό ή από αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα του ομφαλοπλακουντιακού αίματος (ΟΠΑ).

Παρά  τα εκατομμύρια εγγεγραμμένων δοτών μυελού των οστών η αναζήτηση και εύρεση συμβατού δότη είναι δύσκολη, διότι ακόμα και επί απόλυτης ιστοσυμβατότητας  το ποσοστό της απόρριψης είναι 40% στην πενταετία. Ο λόγος είναι ότι παρά την εργαστηριακά επιβεβαιωμένη απόλυτη ιστοσυμβατότητα τα μοσχεύματα απορρίπτονται διότι  προέρχονται από μη συγγενή δότη και επομένως οι χρησιμοποιούμενες εργαστηριακές εξετάσεις δεν αρκούν για να αποδείξουν την απόλυτη ιστοσυμβατότητα. Η ηλικία των δοτών επίσης είναι μεγάλη με αποτέλεσμα να περιορίζεται η πιθανότητα συμβατότητας τους, διότι πλέον ταυτοποιούνται  ως μοναδικά και απόλυτα ιστοσυμβατά με τον δότη,  στον οποίο ανήκουν.

Ως εναλλακτική πηγή βλαστοκυττάρων τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται τα βλαστοκύτταρα του ομφαλοπλακουντιακού αίματος τα οποία έχουν πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με τον μυελό των οστών, όσον αφορά την ιστοσυμβατότητα .  Επειδή είναι νεαρά βλαστοκύτταρα δεν έχουν αναπτύξει όλους τους δείκτες της ιστοσυμβατότητας με αποτέλεσμα να μην απαιτείται 100% ιστοσυμβατότητα. Έτσι έχει προταθεί η χρήση τους με συμβατότητα 4/6, δηλαδή πολύ χαμηλότερη από την απόλυτη. Επειδή η ιστοσυμβατότητα κληρονομείται τα μοσχεύματα από συγγενή δότη είναι καλύτερα αποδεκτά. Μέχρι σήμερα παγκόσμια 30.000 παιδιά  και 1500 ενήλικες  με καρκίνο ή λευχαιμία θεραπεύτηκαν με βλαστοκύτταρα του ΟΠΑ, εκ των οποίων οι 68 ενήλικες νοσηλεύτηκαν στην Αιματολογική Κλινική του Κλήβελαντ.

Και ενώ υπάρχουν καταγεγραμμένοι δότες μυελού των οστών, οι οποίοι καλούνται για να δώσουν τον υγιή μυελό τους σε συμβατό ασθενή, υπάρχουν οργανωμένες τράπεζες έτοιμων προς χρήση ΟΠΑ στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Στον ιδιωτικό τομέα οι μονάδες ΟΠΑ φυλάσσονται επώνυμα και ανήκουν αποκλειστικά στην οικογένεια. Οι μονάδες αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν από όλα τα μέλη της  οικογένειας για τη θεραπεία κακοήθων ασθενειών και αποκλειστικά από το ίδιο το παιδί στις περιπτώσεις αυτοάνοσων, τραυματικών και εκφυλιστικών ασθενειών.

Την χρήση του ΟΠΑ για τη θεραπεία κακοήθων ασθενειών περιορίζει η περιεκτικότητα του σε βλαστοκύτταρα, τα οποία χορηγούνται ανάλογα με το βάρος του ασθενούς, επειδή η συλλογή του εξαρτάται από τις συνθήκες του τοκετού.  Έτσι στην καισαρική και σε πρόωρη αποκόλληση του πλακούντα η συλλογή του ΟΠΑ είναι μικρή με αποτέλεσμα να επαρκούν για μικρό βάρος ασθενούς. Η βελτίωση των μεθόδων συλλογής με συνέχιση της λήψης βλαστοκυττάρων ακόμα και μετά την έξοδο του πλακούντα αυξάνει τον αριθμό τους και βελτιώνει το θεραπευτικό αποτέλεσμα.  Οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται στην ιδιωτική φύλαξη,  δεδομένου ότι στην δημόσια τράπεζα απορρίπτονται οι περισσότερες μονάδες και δεν γίνεται δεύτερη προσπάθεια. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα η λειτουργία των δημοσίων τραπεζών να κρίνεται ασύμφορη, λόγω του υψηλού λειτουργικού κόστους  και των περιορισμένων χρήσεων.

Η πιθανότητα της ανεύρεσης απόλυτα ιστοσυμβατών μέσα από την οικογένεια είναι 30%, μέσα από μια δημόσια τράπεζα είναι πάλι 30% και οι υπόλοιποι ασθενείς λόγω σπάνιας ιστοσυμβατότητας δεν θα μπορέσουν να βρουν ένα δείγμα,  ακόμα και στην πλουσιότερη δημόσια τράπεζα του κόσμου. Επειδή η οικογενειακή φύλαξη φαίνεται ότι έχει περισσότερα πλεονεκτήματα σε σχέση με τη δημόσια, από άποψη συμβατότητας και κόστους, για το λόγο αυτόν σήμερα προτείνεται η χρήση δειγμάτων με ιστοσυμβατότητα 50% και με τον τρόπο αυτόν ακόμα και οι γονείς θα μπορούν να κάνουν συχνότερα χρήση των βλαστοκυττάρων των παιδιών τους. Σε ανάλογη πρόσφατη δημοσίευση το 70% των ενηλίκων ασθενών που έκαναν χρήση βλαστοκυττάρων ΟΠΑ από συγγενή δότη,  3 έτη μετά τη μεταμόσχευση παραμένουν υγιείς.

Ένα πρόβλημα που περιορίζει τις χρήσεις των βλαστοκυττάρων στους ενήλικες στη θεραπεία των κακοήθων ασθενειών είναι οι παρενέργειες της χημειοθεραπείας, οι οποίες αφορούν  την καρδιά, τους πνεύμονες, τους νεφρούς και τον εγκέφαλο.

Για τον λόγο αυτόν σε ενήλικες ασθενείς με χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια των ΗΠΑ από το 2010 εφαρμόζεται  γενετική τροποποίηση των Τ λεμφοκυττάρων του ίδιου του ασθενούς , τα οποία καθίστανται επιλεκτικά επιθετικά  στα λευχαιμικά κύτταρα τα οποία και καταστρέφουν. Με τον τρόπο αυτόν αποφεύγεται η χρήση χημειοθεραπείας, η οποία καταστρέφει εξ ίσου  τα υγιή και τα λευχαιμικά κύτταρα  και  επηρεάζει τη λειτουργία βασικών οργάνων του σώματος.  Η μέθοδος έχει εφαρμοστεί σε μια χορήγηση  σε 14 ασθενείς οι οποίοι πέντε χρόνια μετά είναι υγιείς.

Από τον επόμενο χρόνο η μέθοδος θα εφαρμόζεται και σε παιδιατρικούς ασθενείς για τη θεραπεία της οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας.