βλαστοκύτταρα biohellenika

Επιλέξτε τη γλώσσα σας

6944677746
Biohellenika - Νέα 2019

Οικογενειακή φύλαξη βλαστοκυττάρων: τρέχουσες και μελλοντικές εφαρμογές

 

Τί προσφέρει σήμερα η φύλαξη των βλαστοκυττάρων στις οικογένειες

Το ομφαλικό αίμα περιέχει τα πλέον νεαρά και υγιή βλαστοκύτταρα τα οποία μπορούν να ληφθούν από οποιαδήποτε πηγή. Λαμβάνονται ανώδυνα και χωρίς παρενέργειες για τη μητέρα και το παιδί. Για τους λόγους αυτούς σήμερα αποτελούν την πολυτιμότερη πηγή συλλογής βλαστοκυττάρων.

Το ομφαλοπλακουντιακό αίμα περιέχει βλαστοκύτταρα από κάθε όργανο του σώματος δεδομένου ότι κυκλοφορεί στα όργανα από την αρχή της διάπλασης τους. Ο πολυπληθέστερος και πλέον ενήλικος πληθυσμός των βλαστοκυτάρων είναι τα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα τα οποία μετά τη γέννηση του εμβρύου εγκαθίστανται στον μυελό των οστών.  Ως εκ τούτου  χρησιμεύουν για την αιμοποίηση και την αγγειογένεση ή αντίστοιχα για τη θεραπεία αιματολογικών ασθενειών και ασθενειών που σχετίζονται με διαταραχές της αιμάτωσης πχ  εγκεφαλικά επεισόδια, εγκεφαλική παράλυση, αυτισμός, ισχαιμία του μυοκαρδίου αλλά και περιφερικές αρτηριακές αποφράξεις. Οι υπόλοιποι πληθυσμοί αποτελούν τα μικρά σε μέγεθος βλαστοκύτταρα (Very Small Embryonic Like stem cells-VSELs) τα οποία είναι τα πλέον αρχέγονα βλαστοκύτταρα του σώματος από τα οποία μπορούν να δημιουργηθούν κυτταρικές σειρές για τη θεραπεία οργάνων.

Εκτός των βλαστοκυττάρων το ομφαλοπλακουντιακό αίμα περιέχει τα ανοσορυθμιστικά Τ (T reg) λεμφοκύτταρα και τα ΝΚ (Natural Killer cells). Τα T reg είναι φιλικά προς το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενή και για το λόγο αυτό το ομφαλικό αίμα χρησιμοποείται με συμβατότητα κάτω του 100%. Τα ΝΚ είναι κυτταροτοξικά προς τα καρκινικά κύτταρα και για το λόγο αυτό το ομφαλοπλακουντιακό αίμα έχει χαρακτηριστεί ως το καλύτερο μόσχευμα για την αντιμετώπιση της υπολειμματικής νόσου της λευχαιμίας. Και μόνος αυτός ο  κυτταρικός πληθυσμός στην αυτόλογη του μορφή είναι αποτελεσματικός για τη θεραπεία του καρκίνου και της λευχαιμίας με ελάχιστη προηγηθείσα δόση χημειοθεραπείας.

Τα βλαστοκύτταρα του νεογέννητου παιδιού μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το ίδιο το παιδί, αλλά και από κάθε ιστοσυμβατό μέλος της οικογένειάς του. Τα βλαστοκύτταρα του παιδιού είναι απόλυτα ιστοσυμβατά με το ίδιο, διότι αποτελούν μέρος του σώματός του και έχουν υψηλού βαθμού ιστοσυμβατότητα με τα αδέλφια του και τους γονείς του δεδομένου οτι η ιστοσυμβατότητα κληρονομείται. Επειδή είναι πολύ νεαρά βλαστοκύτταρα δεν απαιτείται 100% ιστοσυμβατότητα για να χορηγηθούν, εάν τα συγκρίνουμε με άλλες πηγές ενήλικων βλαστοκυττάρων, όπως τον μυελό των οστών. Σε μερικές οικογένειες η φύλαξη των βλαστοκυττάρων προσφέρει άμεσο όφελος και σε αυτές συστήνεται εξ αρχής να γίνεται ιδιωτική φύλαξη. Οι περιπτώσεις αυτές αναφέρονται σε οικογένειες που ήδη υπάρχει πρόβλημα κακοήθειας ή κληρονομικής αιμοποιητικής ασθένειας, οι γονείς είναι διαφορετικής εθνικότητας, η κύηση είναι δίδυμη  και προέρχεται από εξωσωματική γονιμοποίηση. Σε κάθε άλλη περίπτωση οι γονείς έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στην ιδιωτική και  την δημόσια φύλαξη μετά από υπεύθυνη και τεκμηριωμένη ενημέρωση. Σήμερα στην επίσημη ιστοσελίδα του ΝΙΗ των ΗΠΑ, clinicaltrials.gov, υπάρχουν 72 αδειοδοτημένες κλινικές μελέτες που χρησιμοποιούν το αυτόλογο  ομφαλοπλακουντιακό αίμα.  

Σε ποιές αιματολογικές και κακοήθεις ασθένειες μπορούν να βοηθήσουν τα βλαστοκύτταρα του πλακούντα ένα παιδί;

Τα βλαστοκύτταρα του πλακούντα χρησιμοποιούνται από το ίδιο το παιδί για τη θεραπεία του παιδικού καρκίνου, που συνήθως εντοπίζεται στο νευρικό σύστημα και στα οστά,  για ορισμένες μορφές  λευχαιμίας, για τα λεμφώματα και για αυτοάνοσα αιματολογικά νοσήματα, όπως η απλαστική αναιμία από το 1990 έως σήμερα.

H συχνότητα εμφάνισης της λευχαιμίας στα παιδιά ηλικίας κάτω των 15 ετών είναι 1/2000, με τη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης μεταξύ 1-3 έτη. Το 81% των περιπτώσεων της λευχαιμίας στα παιδιά αφορά την οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία (ΟΛΛ) και το υπόλοιπο άλλες μορφές, με συχνότερη την οξεία μυελοβλαστική λευχαιμία (ΟΜΛ). Αν και το 85% των παιδιών με ΟΛΛ έχουν μακρόχρονη επιβίωση, εν τούτοις υποφέρουν από χρόνια νοσηρότητα και καρδιολογικά προβλήματα, ως επιπλοκές της χημειοθεραπείας. Οι περισσότερες των μορφών λευχαιμίας θεραπεύονται με τη χρήση χημειοθεραπείας και μόνο το 30% χρήζει μεταμόσχευσης, επειδή η χημειοθεραπεία δεν μπορεί να οδηγήσει σε ίαση. Η πιθανότητα δύο αδέλφια να είναι 100% συμβατά είναι 25%, οι γονείς με τα παιδιά τους είναι συμβατοί κατά 50%, ενώ η εκτός οικογένειας συμβατότητα στην Ελλάδα είναι 0,038%. 

Οι λευχαιμίες κατατάσσονται σε οξείες και χρόνιες.  Οι χρόνιες εκδηλώνονται στους ενήλικες. Στις οξείες ανήκει η μυελοβλαστική  και η λεμφοβλαστική λευχαιμία. Η μυελοβλαστική είναι μία αυτόματα εμφανιζόμενη λευχαιμία στα παιδιά (de novo) και δεν σχετίζεται με προδιάθεση. Η  οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία (ΟΛΛ) σε ορισμένες  περιπτώσεις συνοδεύεται από την παρουσία προλευχαιμικών κλώνων. Μερικά νεογνά γεννιούνται με προλευχαιμικούς κλώνους (0,1-0,2% των νεογνών) στα πλαίσια της φυσιολογικής και γρήγορης ανάπτυξης  τους,  στην  πραγματικότητα  όμως   η εμφάνιση λευχαιμίας είναι 100 φορές μικρότερη, που σημαίνει ότι 1% (του 0,1-0,2%) των παιδιών με προλευχαιμικό κλώνο τελικά θα αναπτύξει  λευχαιμία, (Skorvaga M at al 2014. PLOS ONE vol. 9, Issue 3 e91116,  Mori et al 2002, Proc Natl Acad Sci USA, 99: 8242-8247, Lausten-Thomsen U at al 2011. Blood 117:186-189). Ένας σημαντικός αριθμός υγιών ενηλίκων, κατ άλλους το 42% και άλλους το 74%, φέρει  μεταλλάξεις που παραπέμπουν σε κακοήθεια την οποία δεν εμφανίζουν ποτέ.  

Φαίνεται ότι η ύπαρξη των προλευχαιμικών κλώνων είναι πολύ μικρής  σημασίας για την ανάπτυξη της λευχαιμίας και δεν είναι γνωστό αν όλα τα παιδιά που αναπτύσσουν  ΟΛΛ έχουν προλευχαιμικό κλώνο από τη γέννηση τους.

Στην Ελλάδα και διεθνώς δεν εξετάζονται τα μοσχεύματα για προλευχαιμικούς κλώνους, με βάση τη νομοθεσία,  επειδή η πιθανότητα εξέλιξης τους  σε λευχαιμία είναι πολύ μικρή και η κοινωνική αναστάτωση που θα προκαλούνταν θα ήταν πολύ μεγάλη. Στο ερώτημα εάν ένα παιδί ηλικίας 5 ετών και άνω ή ένας ενήλικας  εμφανίσει λευχαιμία και έχει φυλαγμένα τα δικά του αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα  εάν θα μπορεί να τα χρησιμοποιήσει,  η απάντηση είναι ότι θα τα χρησιμοποιήσει άμεσα. Το διάστημα των 5 ετών είναι πολύ μεγάλο για να υπάρχει προδιάθεση για οξεία λευχαιμία και να μην εκδηλωθεί.

 Ασθενείς που λαμβάνουν βλαστοκύτταρα από μη συγγενείς-άγνωστους δότες εμφανίζουν σε ποσοστό 5% νέα μορφή κακοήθειας, η οποία μεταφέρεται μέσω του μοσχεύματος κατά τη μεταμόσχευση, Daniel Howard Wiseman (Biol Blood Marrow Transplant. 2011 Jun;17(6):771-89, Bone Marrow Transplant. 2014 Jan;49(1):102-9. Donor cell-derived leukemia after cord blood transplantation and a review of the literature: differences between cord blood and BM as the transplant source. Shiozaki H at al.  

Στις χρόνιες λευχαιμίες χρησιμοποιείται η αυτόλογη μεταμόσχευση,  επειδή από τη γέννηση έως την εμφάνιση της λευχαιμίας έχουν  περάσει πολλά χρόνια και εάν υπήρχε προδιάθεση θα εκδηλώνονταν στα πρώτα χρόνια της ζωής.

Τα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα  χρησιμοποιούνται επίσης για τη θεραπεία  της εγκεφαλικής παράλυσης και του αυτισμού. Πολλές οικογενειακές τράπεζες φύλαξης εξετάζουν αναδρομικά τα ιατρικά ιστορικά των παιδιών που έχουν κρατήσει τα βλαστοκύτταρα τους, ενημερώνουν τους γονείς για αυτή τη θεραπεία και προχωρούν στη χορήγηση. Αξίζει να σημειώσουμε οτι ενώ αρχικά η ηλικία χορήγησης των βλαστοκυττάρων ήταν τα 2 έτη, σήμερα αξιολογώντας τα οφέλη αυτής της θεραπείας η χρήση τους επεκτάθηκε στα 8 έτη.

Προέλευση των μοσχευμάτων τα οποία χρησιμοποιούνται διεθνώς και στην Ελλάδα για τη θεραπεία αιματολογικών παθήσεων.

Οι παρακάτω πληροφορίες αποτελούν επίσημα στοιχεία του Παγκόσμιου Δικτύου που καταγράφει τις αιμοποιητικές μεταμοσχεύσεις που  δόθηκαν στη δημοσιότητα τον Απρίλιο του 2010 και αποτελούν κατευθυντήριες γραμμές για την πολιτική που θα ακολουθήσουν τα κράτη σχετικά με τη φύλαξη των βλαστοκυττάρων. Τα στοιχεία αυτά δημοσιεύτηκαν από τον Al Gratwohl και συν το 2010 (JAMA 2010 Apr 28;303(16):1617-24), στο επιστημονικό περιοδικό JAMA, ένα από τα εγκυρότερα διεθνή ιατρικά περιοδικά. Στη μελέτη αυτή συμμετείχαν 1.327 επιστημονικές ομάδες από 71 χώρες οι οποίες βρίσκονται σε πέντε ηπείρους.

 

 

 

 

 

 

ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΑΡΙΘΜΟΥ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΟΣΧΕΥΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΤΟ 2006 ΔΙΕΘΝΩΣ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ

ΑΥΤΟΛΟΓΕΣ

ΑΛΛΟΓΕΝΕΙΣ

ΑΛΛΟΓΕΝΕΙΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

ΑΛΛΟΓΕΝΕΙΣ ΑΠΟ ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

50.417

28.901 (57%)

21.516 (43%)

11.928 (55,4%)

9.588 (44,5%)

40.829 (81%)

9.588 (19%)

 

Στα ίδια ακριβώς ίδια επίπεδα κυμαίνονται και τα μοσχεύματα που προέρχονται από την οικογένεια και τη δημόσια τράπεζα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις ετήσιες ανακοινώσεις των Ελληνικών Μεταμοσχευτικών Κέντρων.

Κατά μέσο όρο διεθνώς συνολικά ο ασθενής και η οικογένεια του προσφέρουν το 80% των ετήσια χρησιμοποιούμενων μοσχευμάτων και η δημόσια τράπεζα το 20%.

 

ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΑΠΟ ΤΟ 2012 ΕΩΣ 2016

 

ΕΤΟΣ

ΣΥΝΟΛΟ ΜΟΣΧΕΥΜΑΤΩΝ

ΑΥΤΟΛΟΓΕΣ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ

ΜΟΣΧΕΥΜΑΤΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΟ  ΑΡΙΘΜΟ ΜΟΣΧΕΥΜΑΤΩΝ

ΜΟΣΧΕΥΜΑΤΑ ΑΠΟ ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ

2012

427

274 (64%)

75 (49%)

349 (81,7%)

78 (18,2%)

2013

438

260 (59,3%)

91 (51%)

351 (80%)

87 (20%)

2014

436

265 (61%)

82 (47,9%)

347 (79,6%)

89 (20,4%)

2015

462

284 (61,5%)

89 (38,5%)

373 (80,7%)

89 (19,3%)

2016

455

267 (58,7%)

95 (50,5%)

362 (79,5%)

92 (20,2%)

 

http://www.eae.gr/images/uploads/%CE%9C%CE%95%CE%A4%CE%91%CE%9C%CE%9F%CE%A3%CE%A7%CE%95%CE%A5%CE%A3%CE%95%CE%99%CE%A3_2012.pdf

 

http://www.eae.gr/new2/news_details.asp?news_id=35

http://www.almgnetwork.com/wp-content/uploads/2014/03/Ekthesi-pepragmenwn-Storgi-2012.pdf

Σε ποιες περιπτώσεις μπορούν τα αποθηκευμένα βλαστοκύτταρα ενός παιδιού να χρησιμοποιηθούν και από άλλα μέλη της οικογένειάς του;

Τα βλαστοκύτταρα του πλακούντα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε ιστοσυμβατά μέλη της οικογένειας (γονείς και αδέλφια) για τη θεραπεία της λευχαιμίας και του καρκίνου. Επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη θεραπεία κληρονομικών ασθενειών του αίματος, όπως η μεσογειακή αναιμία. Για τις κληρονομικές ασθένειες στις περιπτώσεις που έχει αναγνωριστεί το πάσχον γονίδιο  σε ηλικίες άνω των 16 ετών μπορεί να χρησιμοποιηθεί  η γονιδιακή θεραπεία των ίδιων των βλαστοκυττάρων του ασθενούς, τα οποία στη συνέχεια επαναχορηγούνται  και έτσι αποφεύγονται οι κίνδυνοι της αλλογενούς μεταμόσχευσης. Προϋπόθεση για τη χορήγηση του ΟΠΑ σε ενήλικες είναι να υπάρχει επαρκής αριθμός βλαστοκυττάρων ανάλογος με το βάρος του ασθενούς.

Ποιές είναι οι προϋποθέσεις για να γίνει η  χορήγηση μιας συλλογής βλαστοκυττάρων;

Προϋπόθεση αποτελεί η ιστοσυμβατότητα (όταν αναφερόμαστε σε μέλη της οικογένειας) και ο επαρκής αριθμός τους, ο οποίος  είναι  ανάλογος  με το σωματικό βάρος του ασθενούς, όταν θα γίνει η χρήση. Ασθενείς με μεγαλύτερο βάρος χρειάζονται περισσότερα βλαστοκύτταρα. Στην Biohellenika εκτός από τη συλλογή  του γυναικολόγου παραλαμβάνουμε και ολόκληρο τον πλακούντα μετά την αποκόλληση του,  ώστε να συλλέξουμε το σύνολο των βλαστοκυττάρων, εξασφαλίζοντας με αυτό τον τρόπο  επαρκή αριθμό βλαστοκυττάρων για τη θεραπεία ασθενών μεγάλου σωματικού βάρους.

 Είναι όλες οι λήψεις βλαστοκυττάρων επαρκείς για μια θεραπεία;

Η αποτελεσματικότητα  μιας θεραπείας εξαρτάται από το βάρος του ασθενούς, την ασθένεια, την οδό χορήγησης  (τοπικά ή ενδοφλέβια) και  τον αριθμό των βλαστοκυττάρων που πρέπει να χορηγηθούν. Ένας βαρύτερος ασθενής χρειάζεται περισσότερα βλαστοκύτταρα. Επειδή δεν γνωρίζουμε το βάρος του ασθενούς όταν θα ασθενήσει, για το λόγο αυτό φροντίζουμε εξαρχής να  συλλέγουμε τον μέγιστο αριθμό βλαστοκυττάρων. Ο πλακούντας περιέχει μια συγκεκριμένη ποσότητα αίματος, η οποία σπάνια συλλέγεται  εξ ολοκλήρου με την αρχική παρακέντηση του ομφαλίου λώρου. Για το λόγο αυτό προτείνονται και άλλοι τρόποι λήψης βλαστοκυττάρων μετά την αρχική  λήψη, όπως η έκπλυση του πλακούντα, που έχουν ως σκοπό την αύξηση του αριθμού των βλαστοκυττάρων που θα χορηγηθούν τελικά στον ασθενή. 

 

Ποιά φύλαξη βλαστοκυττάρων παρέχει περισσότερη ασφάλεια; Η οικογενειακή ή η δημόσια;

Η  οικογενειακή φύλαξη παρέχει μεγαλύτερη ασφάλεια, δεδομένου οτι γνωρίζουμε την προέλευση των βλαστοκυττάρων,  ελαχιστοποιούνται οι κίνδυνοι μετάδοσης μολυσματικών και κληρονομικών ασθενειών, το δείγμα είναι άμεσα διαθέσιμο, το κόστος των αυτόλογων θεραπειών είναι πολύ χαμηλότερο και η επιβίωση των ασθενών που έλαβαν οικογενειακό μόσχευμα για κακοήθεια είναι  υψηλότερη σε σχέση με αυτούς που έλαβαν άγνωστο μόσχευμα.   Η ιστοσυμβατότητα  είναι καλύτερη μέσα στην οικογένεια σε σχέση με τον άγνωστο δότη, επειδή κληρονομείται,  και το βασικότερο είναι οτι τα βλαστοκύτταρα μπορούν να ελεγχθούν  για την ύπαρξη προδιάθεσης για  λευχαιμία ή άλλη ασθένεια πριν τη χορήγηση.  Ο καλύτερα ιστοσυμβατός μετά το ίδιο το παιδί που έχει τα βλαστοκύτταρα του είναι ο αδελφός του και η δημόσια τράπεζα αποτελεί την τρίτη επιλογή στην αναζήτηση μοσχεύματος.

 Στη δημόσια τράπεζα καταφεύγει κάποιος μόνο στην περίπτωση της λευχαιμίας, για όλες τις άλλες χρήσεις χρησιμοποιούνται τα αυτόλογα βλαστοκύτταρα.  Στο 5% των ασθενών μετά από αλλογενή μεταμόσχευση εμφανίζεται νέα μορφή λευχαιμίας η οποία  οφείλεται στην παρουσία μεταλλάξεων στα βλαστοκύτταρα του δότη, ιδίως αυτών που προέρχονται από τον  μυελό των οστών. Η ύπαρξη  προλευχαιμικών κλώνων δεν κάνει διάκριση ανάμεσα στην οικογενειακή και τη δημόσια φύλαξη. Επειδή στη δημόσια φύλαξη τα δείγματα φυλάσσονται ανώνυμα, σε περίπτωση που ο δότης εμφανίσει  λευχαιμία δεν μπορεί να αναγνωριστεί το δείγμα του και υπάρχει πάντα ο κίνδυνος  μεταφοράς προλευχαιμικών κλώνων ή άλλων μεταλλάξεων στον ιστοσυμβατό ασθενή που θα τα πάρει.  Έτσι ο ασθενής κινδυνεύει  από ένα μη δυνάμενο να ελεγχθεί ξένο μόσχευμα. Επί πλέον η οικογένεια για την ανεύρεση ενός ιστοσυμβατού μοσχεύματος από δημόσια τράπεζα θα κληθεί να πληρώσει ένα υπέρογκο ποσό, σε σχέση με το κόστος της φύλαξης σε οικογενειακή τράπεζα και χωρίς καμία εγγύηση επιστροφής χρημάτων ή χορήγησης δεύτερου  μοσχεύματος σε περίπτωση απόρριψης του πρώτου, που είναι και η συνηθέστερη επιπλοκή.

Στις επιπλοκές της αλλογενούς μεταμόσχευσης αναφέρεται η εμφάνιση βασικοκυτταρικών και ακανθοκυτταρικών  καρκινωμάτων του δέρματος, μελάνωμα, καρκίνος του προστάτη, του μαστού, του πνεύμονα, του γαστρεντερικού, λεμφωμάτων,  υπέρτασης και σακχαρώδη  διαβήτη. Οι επιπλοκές αυτές είναι συχνότερες στους επιβιώσαντες από Χρόνια Λεμφογενή Λευχαιμία για περισσότερα από δέκα χρόνια.

Παιδιά που προέρχονται από γονείς διαφορετικής εθνικότητας και  φυλής, καθώς και παιδιά τα οποία γεννιούνται με σκοπό τη δωρεά των βλαστοκυττάρων σε πάσχοντα αδέλφια ενθαρρύνονται να επιλέγουν την ιδιωτική φύλαξη.

Τα βλαστοκύτταρα της ομφαλοπλακουντιακής  μονάδας ανήκουν στον τύπο των ενήλικων βλαστοκυττάρων και δεν συνδέονται με τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα που προέρχονται από τις βλαστοκύστεις και τα οποία δεν χρησιμοποιούνται σήμερα  στην Ιατρική για ιατρικούς και δεοντολογικούς λόγους.

Στη χώρα μας συμβαίνει και το παράδοξο η δημόσια  τράπεζα να προτρέπει   τους γονείς  να δωρίσουν το ομφαλοπλακουντιακό αίμα και να φυλάξουν ιδιωτικά έναντι αμοιβής τα μεσεγχυματικά του ιστού του ομφαλίου λώρου, με το σκεπτικό ότι τα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα φέρουν μεταλλάξεις και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το ίδιο το παιδί, ενώ τα μεσεγχυματικά είναι υγιή. Θεωρεί η δημόσια τράπεζα υποχρεωτική τη νόσηση  όλων των ιδιωτικών συλλογών ΟΠΑ, αλλά υγιείς όλες τις συλλογές των μεσεγχυματικών βλαστοκυττάρων του ιστού του ομφαλίου λώρου που φυλάσσονται σε αυτή. Η ανωτέρω θεώρηση δεν έχει επιστημονική βάση. Μια συλλογή βλαστοκυττάρων εάν δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το ίδιο το παιδί δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από κανέναν άλλο,  ακόμα και εάν γίνει δωρεά. Τα βλαστοκύτταρα του ομφαλοπλακουντιακού αίματος είναι τόσο υγιή όσο υγιή είναι και τα μεσεγχυματικά του ιστού του ομφαλίου λώρου, διότι δημιουργούνται στο έμβρυο  την 20η ημέρα της διάπλασης  από το ίδιο αρχέγονο κύτταρο το οποίο εντοπίζεται στον  αρχέγονο ομφάλιο λώρο. Το αρχέγονο αυτό βλαστοκύτταρο αρχικά εξελίσσεται στα μεσεγχυματικά βλαστοκύτταρα από τα οποία στη συνέχεια προέρχονται τα αιμοποιητικά. Τα μεσεγχυματικά βλαστοκύτταρα που παραμένουν στον αρχέγονο ομφάλιο λώρο είναι αυτά τα οποία συλλέγονται και φυλάσσονται μετά τη γέννηση. Άρα εάν το ομφαλοπλακουντιακό αίμα  είναι ακατάλληλο για αυτόλογη χρήση με το σκεπτικό οτι έχει προδιάθεση για κακοήθεια, τότε και τα μεσεγχυματικά του ιστού του ομφαλίου λώρου είναι ακατάλληλα για τον ίδιο λόγο, διότι προέρχονται από το ίδιο αρχέγονο κύτταρο και άρα περιέχουν την ίδια προδιάθεση για κακοήθεια. Επομένως ο ισχυρισμός της δημόσιας τράπεζας  να θεωρεί υγιή τα μεσεγχυματικά κύτταρα   και πάσχοντα τα αιμοποιητικά δεν έχει επιστημονική βάση. Στην πράξη οι μεταλλάξεις που συμβαίνουν στα αρχέγονα κύτταρα αυτής της πρώιμης  περιόδου είναι ασυμβίβαστες με τη ζωή.

Πότε κάποιος απευθύνεται στη δημόσια τράπεζα;

Στις δημόσιες τράπεζες απευθύνονται ασθενείς  για τη θεραπεία της λευχαιμίας και μόνο,  αφού εξαντληθεί η πιθανότητα  ανεύρεσης συμβατού μοσχεύματος μέσα από την οικογένεια τους. Στην περίπτωση ανεύρεσης μοσχεύματος από δημόσια τράπεζα οι ασθενείς πληρώνουν το κόστος των μοσχευμάτων το οποίο ανάλογα με τη σπανιότητα του κυμαίνεται από 20.000-40.000 ευρώ. Η επιβίωση των ασθενών από λευχαιμία που πήραν μόσχευμα μέσα από την οικογένεια ήταν 8.1/1.1σε σχέση με αυτούς που πήραν από άγνωστο μη συγγενή δότη από δημόσια τράπεζα. Στην Ελλάδα φυλάσσεται το 2,667% των προσφερόμενων μονάδων και η πιθανότητα χρήσης ενός εξ αυτών  είναι 0,12%. Η πιθανότητα συμβατότητας στο γενικό πληθυσμό είναι 0.38%.

Οι δημόσιες τράπεζες για να ανήκουν στο δίκτυο δημοσίων τραπεζών ώστε  να μπορούν να προσφέρουν μοσχεύματα στους ασθενείς πρέπει να είναι πιστοποιημένες από τον διεθνή οργανισμό FACT. Από τις τρεις δημόσιες τράπεζες στην Ελλάδα μόνο της Ακαδημίας έχει τη διεθνή διαπίστευση και μπορεί να χορηγεί μοσχεύματα.

 

Ποιοί είναι οι κίνδυνοι από την αυτόλογη και την αλλογενή μεταμόσχευση;

Στην αλλογενή μεταμόσχευση μπορεί κάποιος να χρησιμοποιήσει μόσχευμα είτε από άγνωστο δότη, μέσω της δημόσιας τράπεζας, είτε από ιστοσυμβατό αδελφό. Στην περίπτωση που χρησιμοποιηθούν βλαστοκύτταρα από ιστοσυμβατό αδελφό τα ποσοστά επιβίωσης του αδελφού είναι πολύ υψηλότερα και  οι επιπλοκές πολύ λιγότερες. Μεταμοσχεύσεις με βλαστοκύτταρα από άγνωστο δότη εμφανίζουν σε ποσοστό έως  45% φαινόμενα  απόρριψης τα πρώτα πέντε έτη, διότι παρά την εργαστηριακά τεκμηριωμένη  ιστοσυμβατότητα  το μόσχευμα τελικά δεν μπορεί να ενσωματωθεί στο σώμα του ασθενή. Όλοι οι ασθενείς μετά την αλλογενή  μεταμόσχευση συνεχίζουν να παίρνουν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα για την προστασία των μοσχευμάτων από την απόρριψη. Είναι γνωστό ότι τα φάρμακα αυτά προκαλούν σοβαρές παρενέργειες, με κυριότερες την εμφάνιση νέων μορφών καρκίνου. 

Στην αυτόλογη μεταμόσχευση υπάρχει 100% συμβατότητα του ασθενούς με τα βλαστοκύτταρά του και αυτό αποτελεί το μεγαλύτερο πλεονέκτημα, αλλά συγχρόνως και μειονέκτημα στις θεραπείες των λευχαιμιών.  Ενώ ο κίνδυνος της απόρριψης είναι μηδενικός, εάν διαφύγουν της χημειοθεραπείας-ακτινοβολίας,  η οποία προηγείται  της μεταμόσχευσης, λευχαιμικά κύτταρα και εξακολουθήσουν να κυκλοφορούν στο σώμα του ασθενή, αυτά δεν αναγνωρίζονται ως ξένα κύτταρα και δεν καταστρέφονται  από τα κύτταρα του αυτόλογου μοσχεύματος. Για το λόγο αυτό υπάρχει κίνδυνος αναζωπύρωσης της νόσου. Από την άλλη όμως πλευρά όσο πιο επιθετικό είναι ένα αλλογενές μόσχευμα προς τα υπολειπόμενα λευχαιμικά κύτταρα, τόσο είναι μεγαλύτερος ο κίνδυνος της απόρριψης είτε του μοσχεύματος, είτε των οργάνων του ασθενούς.  Το ιδανικό  βέβαια μόσχευμα θα ήταν αυτό που ταυτόχρονα έχει αντιλευχαιμική δράση, αλλά δεν προκαλεί απόρριψη.  Χρειάζεται  μια λεπτή ισορροπία μεταξύ των δύο ανοσοποιητικών συστημάτων, του δότη και του ασθενούς. Για το λόγο αυτόν σήμερα πολλές έρευνες στρέφονται σε μεθόδους  ενίσχυσης της αντιλευχαιμικής δράσης του μοσχεύματος με πολλαπλασιασμό των κυττάρων φυσικών φονέων, (Νatural Κiller Cells) του ομφαλοπλακουντιακού αίματος. Η μέθοδος αυτή  έχει το πλεονέκτημα οτι θα αυξήσει το όριο ηλικίας για τις αλλογενείς μεταμοσχεύσεις και  δεν θα απαιτείται ισχυρή χημειοθεραπεία πριν τη μεταμόσχευση. Στην Biohellenika το ομφαλοπλακουντιακό αίμα του συλλέγεται με την έκπλυση του πλακούντα περιέχει σε ποσοστό 5% πρόσμιξη του ανοσοποιητικού συστήματος της μητέρας και για το λόγο αυτό θεωρείται ότι ενισχύει  την αντιλευχαιμική δράση την οποία στερείται το αυτόλογο μόσχευμα.  Επίσης λόγω του εμπλουτισμού του σε προενδοθηλιακά  και ενδοθηλιακά βλαστοκύτταρα έχει καλύτερη αγγειογενετική δράση.