Αγαπητοί γονείς και συνεργάτες
Σας προσκαλούμε να παρακολουθήσετε τις εργασίες του συνεδρίου CO.RE-1 Conference in Regenerative Medicine: "Stem Cells in Surgery", που θα γίνει στις 7- 8 Απριλίου 2017, στο ξενοδοχείο Porto Palace στη Θεσσαλονίκη.
Θα είναι χαρά μας να σας υποδεχτούμε και να ακούσετε από εμάς και άλλους συναδέλφους για την πρόοδο που έχει γίνει στη χρήση των βλαστοκυττάρων στις χειρουργικές ειδικότητες.
Με εκτίμηση
Γεώργιος Κολιάκος
Πρόεδρος της Biohellenika
BIOHELLENIKA
ΤΜΗΜΑ ΜΟΡΙΑΚΗΣ
ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗΣ & ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΥΟ ΓΥΝΑΙΚΑ
ΙΟΝΑ ΤΕΣΤ
Ανώδυνο-μη επεμβατικό τεστ προγεννητικού ελέγχου: ασφαλές, γρήγορο, ακριβές
Το τεστ είναι αδειοδοτημένο από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως διαγνωστικό και φέρει τη σήμανση CE.
Μη επεμβατικό τεστ προγεννητικού ελέγχου για τη διάγνωση του συνδρόμου Down και άλλων σοβαρών γενετικών διαταραχών του εμβρύου
Η Biohellenika προσφέρει το αναίμακτο και μη επεμβατικό προγεννητικό ΙΟΝΑ τεστ, το οποίο αναπτύχθηκε αρχικά στα εργαστήρια της PremaithaHeαlth στην Αγγλία και σήμερα με μεταφορά τεχνογνωσίας γίνεται στα εργαστήρια της Biohellenika. H Premaitha Heαlth βρίσκεται στο Μάντσεστερ της Αγγλίας και δραστηριοποιείται στην ανάπτυξη πρωτοποριακών μοριακών τεστ τα οποία συμβάλλουν στην έγκαιρη διάγνωση και πρόληψη σοβαρών ασθενειών, www.premaitha.com
Πριν τη χρήση των μη επεμβατικών τεστ ο έλεγχος για την παρουσία συγγενών ανωμαλιών στο έμβρυο γινόταν με την μέτρηση της αυχενικής διαφάνειας ή με επεμβατικές μεθόδους όπως η βιοψία της τροφοβλάστης και η αμνιοπαρακέντηση. Το ποσοστό ανίχνευσης ανωμαλιών μέσω της υπερηχογραφικής μελέτης κυμαίνεται στο 85%, ενώ των επεμβατικών μεθόδων στο 99,8%, με κίνδυνο αποβολής του εμβρύου και επιμόλυνσης που κυμαίνεται στο 1%.
Η ακρίβεια του ΙΟΝΑ τεστ για όλες τις παραπάνω εξετάσεις είναι στο 99%, δεν επιφέρει κανένα κίνδυνο για το έμβρυο και μόνο σε ασαφείς περιπτώσεις η μητέρα υποβάλλεται σε αμνιοπαρακέντηση. Με το τεστ αυτό ελαττώνεται σημαντικά ο αριθμός των μητέρων που παραπέμπονται για αμνιοπαρακέντηση.
Τι είναι το ΙΟΝΑ τεστ;
Το ΙΟΝΑ τεστ είναι ένα μη επεμβατικό προγεννητικό τεστ το οποίο ανιχνεύει από τις πρώτες εβδομάδες της κύησης την πιθανότητα το έμβρυο να φέρει μια σοβαρή γενετική βλάβη. Το ΙΟΝΑ τεστ γίνεται στο αίμα της μητέρας από την 10η εβδομάδα της κύησης και μετά, με απλή αιμοληψία 10ml αίματος, σε μονήρεις και δίδυμες κυήσεις, φυσιολογικές ή προερχόμενες από εξωσωματική γονιμοποίηση.
Τι εξετάζει το ΙΟΝΑ τέστ;
To IONA test ανιχνεύει το σύνδρομο Down (τρισωμία 21). το σύνδρομο Edwards (τρισωμία 18) και το σύνδρομο Patau (τρισωμία 13). Διακρίνει επίσης και το φύλο του εμβρύου.
Ποια είναι τα πλεονεκτήματα του ΙΟΝΑ τέστ:
Ασφάλεια: Κανένας κίνδυνος για τη μητέρα ή το παιδί
Γρήγορο αποτέλεσμα: Επειδή το αίμα δεν μεταφέρεται στο εξωτερικό το αποτέλεσμα δίδεται εντός 3-5 εργάσιμων ημερών. Η αιμοληψία γίνεται στα εργαστήρια της Biohellenika ή το κιτ μπορεί να αποσταλεί στη διεύθυνση της μητέρας, η οποία με δική της ευθύνη θα το επιστρέψει στα εργαστήρια. Έτσι αποφεύγονται οι απορρίψεις των δειγμάτων λόγω καθυστερημένης μεταφοράς στο εξωτερικό και συντομεύεται ο χρόνος ανησυχίας της μητέρας.
Ακρίβεια: Χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων (<0,1%) σε σύγκριση με τις κλασικές μεθόδους, οι οποίες χαρακτηρίζονται από ακρίβεια 80%-85% και έχουν 5% ψευδώς θετικά αποτελέσματα.
Η ακρίβεια του ΙΟΝΑ τεστ για όλες τις παραπάνω εξετάσεις είναι μεγαλύτερη από το 99%, και μόνο σε ασαφείς περιπτώσεις η μητέρα υποβάλλεται σε αμνιοπαρακέντηση. Το τεστ αποτυγχάνει σε ποσοστό 0,5% και η επανάληψη του δεν χρεώνεται επί πλέον.
Το ΙΟΝΑ τεστ έχει δοκιμαστεί πειραματικά σε πολλά δείγματα πριν την κυκλοφορία του, δεν έχει σχέση με σωματικούς δείκτες της μητέρας και δεν απαιτεί λήψη αίματος από τον πατέρα.
Απλό: Μικρή ποσότητα αίματος από τη μητέρα διαλύει σε ελάχιστο χρόνο τις ανησυχίες
Το ΙΟΝΑ τεστ, σε αντίθεση με άλλα τεστ, υπόκειται στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και φέρει τη σήμανση CE.
Πώς λειτουργεί το ΙΟΝΑ τεστ.
Κατά την κύηση ο πλακούντας απελευθερώνει μέσα στην κυκλοφορία της μητέρας ποσότητες εμβρυικού DNA. Έτσι το αίμα της μητέρας περιέχει μείγμα εμβρυικού και μητρικού DNA. Το ΙΟΝΑ τεστ μετράει την ποσότητα του εμβρυικού DNA και ανιχνεύει μικρές αλλαγές στη σχέση μητρικού και εμβρυικού DNA, όταν υπάρχει τρισωμία 13, 18, ή 21.
Ποιες μητέρες μπορούν να κάνουν το ΙΟΝΑ τεστ;
Όλες άνω των 10 εβδομάδων κύησης
Ηλικίας άνω των 35 ετών
Στις μονές και δίδυμες κυήσεις
Σε κυήσεις που προέρχονται από εξωσωματική γονιμοποίηση
Σε κυήσεις με ωάριο προερχόμενο από δότρια
Σε παρένθετες μητέρες
Δεν ενδείκνυται σε κυοφορούσες μητέρες με καρκίνο
Δεν ενδείκνυται σε μητέρες που έλαβαν μετάγγιση αίματος εντός των τελευταίων 12 μηνών.
Μπορεί το τεστ να μην δώσει κανένα αποτέλεσμα;
Αυτό μπορεί να συμβεί όταν η ποσότητα του εμβρυικού DNA στο αίμα της μητέρας είναι μικρή. Στην περίπτωση αυτή γίνεται επανάληψη του τεστ με νέα αιμοληψία σε μεταγενέστερο χρόνο.
Κάθε αποτέλεσμα θα πρέπει να το συζητάτε με τον γυναικολόγο σας
Το τεστ υποστηρίζεται από την επιστημονική ομάδα της Biohellenika.
Η Biohellenika AE, διαθέτει δίκτυο συνεργατών σε όλη την Ελλάδα οι οποίοι μπορούν να σας εξυπηρετούν άμεσα.
Για τη Bόρεια Ελλάδα: Λεωφόρος Γεωργικής Σχολής 65, Κτίριο ZEDA, Τηλ.: 2310474282, 6944677746
Για τη Nότια Ελλάδα: Αρχελάου 28Α Αθήνα, Τηλ.: 210 77.08.882, 6974729820
Για την Κρήτη: Χανιά: Τζανακάκη 40-42, Τηλ.: 2821058758, 6945750933 Ηράκλειο: Τηλ. 6970803497
Για τη Θεσσαλία-Ήπειρο Τηλ.: 6973984260
Για την Πελοπόννησο: 6978483170
Νεότερα αποτελέσματα κλινικών μελετών για τη χρήση των βλαστοκυττάρων στη θεραπεία του σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι.
Το 2003 στην κλινική μεταμοσχεύσεων της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Σάο Πάολο της Βραζιλίας με διευθυντή τον καθηγητή Julio Boltareli οργανώθηκε μια κλινική μελέτη σε διαβητικούς τύπου Ι ασθενείς οι οποίοι θα ελάμβαναν αυτόλογα βλαστοκύτταρα του μυελού των οστών. H μελέτη αυτή διήρκεσε έως το 2016, οπότε και δημοσιεύτηκαν τα αποτελέσματα στο περιοδικό Frontiers in Ιmmunology.
Αρχικά 250 ασθενείς δήλωσαν συμμετοχή, τελικά όμως επιλέχτηκαν 21 οι οποίοι και ολοκλήρωσαν την μελέτη. Σ ε όλους τους ασθενείς έγινε λήψη μυελού των οστών, από τον οποίο στη συνέχεια αφαιρέθηκαν και καταψύχτηκαν τα βλαστοκύτταρα. Προκαταρκτικά σε όλους τους ασθενείς χορηγήθηκε χημειοθεραπεία και στη συνέχεια ακολούθησε ενδοφλέβια χορήγηση των φυλαχθέντων βλαστοκυττάρων. Σε όλους τους ασθενείς έγιναν συγκεκριμένες εξετάσεις που αφορούσαν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και ακολούθησε ανά η εξάμηνο παρακολούθηση τους η οποία αφορούσε τα επίπεδα του σακχάρου και του C πεπτιδίου.
Οι 10 εκ των 21 ασθενών διέκοψαν την ινσουλίνη για διάστημα λιγότερο των 3,5 ετών, ενώ οι 11 παρέμειναν χωρίς ινσουλίνη για 3.5 χρόνια τουλάχιστον.
Από την μελέτη αυτή βγήκαν ορισμένα συμπεράσματα σύμφωνα με τα οποία μελετώντας το ανοσοποιητικό του ασθενή οι επιστήμονες μπορούν να προβλέψουν σε ποιον ασθενή η χρήση βλαστοκυττάρων θα έχει μόνιμο θεραπευτικό αποτέλεσμα.
Στους ασθενείς οι οποίοι ανταποκρίνονται στη χρήση βλαστοκυττάρων βρέθηκε ότι το ανοσοποιητικό τους σύστημα εμφανίζει μικρότερη επιθετικότητα προς τα νησίδια του παγκρέατος, η οποία οδηγεί σε ελαττωμένη παραγωγή αυτοαντισωμάτων. Ο τίτλος των αυτοαντισωμάτων αποτελεί τον καλύτερο δείκτη της αποτελεσματικότητας της θεραπείας. Υψηλός τίτλος αυτοαντισωμάτων συνδυάζεται με μη ανταπόκριση. Επίσης στους ασθενείς που ανταποκρίνονται ταυτόχρονα παρατηρείται αυξημένος αριθμός ανοσορυθμιστικών Τ λεμφοκυττάρων τα οποία με τη σειρά τους συμβάλλουν στη συνεργασία των διαφόρων τύπων κυττάρων που περιέχει το ανοσοποιητικό σύστημα και την προστασία των νησιδίων. Τα ανοσορυθμιστικά κύτταρα του ανοσοποιητικού παίζουν τον σπουδαιότερο ρόλο στην ομαλή λειτουργία του ανοσποποιητικού συστήματος και στην προστασία του ασθενή από τα αυτοάνοσα νοσήματα.
Σε ανάλογη μελέτη στην Ουψάλα της Σουηδίας βρέθηκε ότι το 30% των παιδιών έχουν αυτοαντισώματα πριν ακόμα εμφανίσουν σακχαρώδη διαβήτη. Οι διαβητολόγοι συνιστούν τη θεραπεία σε αυτό το στάδιο διότι το παιδί θα εμφανίζει μετά από κάποιο διάστημα σακχαρώδη διαβήτη, όταν η συσσώρευση αυτοαντισωμάτων καταστρέψει το σύνολο των νησιδίων του παγκρέατος.
Πρόσφατα και το Υπουργείο Υγείας της Αυστραλίας ανακοίνωσε τη διερεύνηση των παιδιών και της οικογένειας για την ύπαρξη παραγόντων που προηγούνται και προδιαθέτουν στην εμφάνιση του διαβήτη τύπου Ι, με σκοπό να επιλέξει αυτά όπου η χρήση των βλαστοκυττάρων του ομφαλοπλακουντιακού αίματος θα μπορούσε να οδηγήσει σε μακρόχρονη διακοπή της ινσουλίνης. Το ομφαλοπλακουντιακό αίμα περιέχει τον μεγαλύτερο αριθμό ανοσορυθμιστικών Τ λεμφοκυττάρων και ως εκ τούτου θα μπορούσε να έχει καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα σε σχέση με τον μυελό των οστών.
Η θεραπεία του σακχαρώδη διαβήτη αν και είναι θεραπεία υποκατάστασης εν τούτοις παραμένει ως ένα ιατρικό και κοινωνικό πρόβλημα. Από τα μέχρι τώρα δεδομένα φαίνεται ότι η ρύθμιση του ανοσοποιητικού με ανοσοκατασταλτικά και βλαστοκύτταρα δίνει το καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα και καθιστά τον ασθενή ανεξάρτητο από τη χρήση ινσουλίνης.
Για δε τον διαβήτη τύπου ΙΙ η χορήγηση βλαστοκυττάρων αυξάνει τα επίπεδα του C πεπτιδίου, ελαττώνει το βάρος του ασθενή καθώς και την γλυκοσιλιωμένη αιμοσφαιρίνη.
H γονιδιακή θεραπεία της δρεπανοκυτταρικής αναιμίας
Κ Κουζή-Κολιάκου
Καθηγήτρια Ιατρικής
Η θεραπεία αυτή πραγματοποιήθηκε πριν δύο χρόνια στο παιδιατρικό νοσοκομείο Necker του Παρισιού και στις 2/3/2017 δημοσιεύτηκε στο έγκυρο ιατρικό περιοδικό New England Journal of Medicine.
Οι γονιδιακές θεραπείες αποτελούν την τελευταία εξέλιξη της επιστήμης και εφαρμόζονται στις περιπτώσεις κληρονομικών ασθενειών, όταν είναι γνωστό το γονίδιο που τις προκαλεί. Εκτός από τη δρεπανοκυτταρική αναιμία η γονιδιακή θεραπεία εφαρμόζεται στη μεσογειακή αναιμία και στις ανοσοανεπάρκειες. Οι γονιδιακές θεραπείες πραγματοποιούνται στα βλαστοκύτταρα του ίδιου του ασθενή, τα οποία διορθώνονται και επαναχορηγούνται. Με τον τρόπο αυτόν αποφεύγονται οι αλλογενείς μεταμοσχεύσεις και ο κίνδυνος απόρριψης των μοσχευμάτων.
Η θεραπεία αυτή αφορούσε έναν νεαρό ασθενή με δρεπανοκυτταρική αναιμία και είναι η πρώτη εφαρμογή στον κόσμο. 275.000 νεογνά γεννιούνται κατ έτος με δρεπανοκυτταρική αναιμία διεθνώς.
Πριν τη γονιδιακή θεραπεία χρησιμοποιούνταν βλαστοκύτταρα από υγιή και συμβατό αδελφό με πιθανότητα εύρεσης 1/5. Ο ασθενής ήταν 15 ετών και η γονιδιακή θεραπεία έγινε το 2014 στο Necker Children’s Hospital in Paris. Μετά τη θεραπεία τα μισά ερυθρά αιμοσφαίρια του ασθενή παράγουν φυσιολογική αιμοσφαιρίνη και ο ασθενής δεν χρειάζεται μεταγγίσεις, από τον τρίτο μήνα μετά τη θεραπεία. Μπορεί ο ασθενής να μην θεραπεύτηκε πλήρως, το γεγονός όμως ότι δεν κάνει κρίσεις και δεν χρήζει ματαγγίσεων αποτελεί σημαντική επιτυχία της μεθόδου.
Φύλαξη βλαστοκυττάρων Biohellenika - Αριθμός Μ.Α.Ε.: 60077/062/Β/06/0031 Γ.Ε.ΜΗ: 58882804000 - Κατασκευή Ιστοσελίδων Hexabit - W3C - Pagespeed